- ἀποπορεία
- ἀποπορείᾱ , ἀποπορείαreturnfem nom/voc/acc dualἀποπορείᾱ , ἀποπορείαreturnfem nom/voc sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀποπορείᾳ — ἀποπορείᾱͅ , ἀποπορεία return fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αποπορεία — ἀποπορεία, η (AM) 1. αναχώρηση 2. επιστροφή, επάνοδος … Dictionary of Greek
ἀποπορείας — ἀποπορείᾱς , ἀποπορεία return fem acc pl ἀποπορείᾱς , ἀποπορεία return fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποπορείαν — ἀποπορείᾱν , ἀποπορεία return fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)